Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2008

Ζήσε επειδή γεννήθηκες



Βράδυ Σαββάτου κι εσύ είσαι κάπου
άραγε που να βρίσκεσαι, για τι να λες
Περνάει ο χρόνος, βαρύς και μόνος
κι όλες τις σκέψεις μου για σένα δεν τις θες


Ο Χρήστος Κυριαζής έγραψε.
Ο ίδιος μελοποίησε.
Ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου ερμήνευσε.
Το παιδί της πένας κατέγραψε.

Όλοι είχαμε ένα Σάββατο. Κάποτε. Και είχαμε έναν "εσύ" που ήταν κάπου. Αναρωτιόμασταν που να είναι, γιατί θέλαμε να πάμε να τον δούμε. Χωρίς να μας δει. Να τον κοιτάξουμε, για να νιώσουμε όλα αυτά που αισθανόμασταν σαν στα μάτια μας καθρεφτίζονταν οι κινήσεις του.


Ο χρόνος περνούσε. Και συνεχίζει να περνάει. Βαριοί και μόνοι. Γιατί έτσι γεννηθήκαμε. Την πρώτη στιγμή της ζωής του ο άνθρωπος κλαίει. Κλαίει γιατί το οξυγόνο του έξω κόσμου εισχωρεί για πρώτη φορά μέσα του και αυτό τον συγκλονίζει. Ταράζει τον οργανισμό του. Χα! Μάλλον λάθος μας τα είπαν. Κλαίει γιατί το οξυγόνο που μυρίζει είναι αυτό του σάπιου και του δύσκολου.


Σκέψεις περνούν από το κεφάλι του καθώς μεγαλώνει. Έχουν να κάνουν με όλα. Το παιδί της πένας γεννήθηκε σε μια Αθήνα περίεργη. Έτοιμη να... αλλάξει προς τον νεοσυντηριτισμό. Και διδάχθηκε να ζει επειδή γεννήθηκε. Όχι να ζει επειδή ΠΡΕΠΕΙ να ζει. Αφού βγήκες, θα ζήσεις και θα παλέψεις. Δεν ήταν επιλογή σου, αλλά γιατί να φύγεις; Μήπως ξέρεις που θα πας; Μπα...


Οι σκέψεις του καθενός είναι για τον εαυτό του. Μόνο. Το τι λέει προς τα έξω, δεν έχει απολύτως καμία σχέση με αυτά που σκέφτεται όταν είναι στο δωμάτιό του, μόνος.


Εσύ που διαβάζεις. Ζήσε επειδή γεννήθηκες. Μην ζεις για κάποιο συγκεκριμένο αντικείμενο, πρόσωπο, σκοπό, ιδέα. Απλά ζήσε επειδή βγήκες σε αυτόν τον κόσμο. Μην σκέφτεσαι τίποτα. Carpe diem, carpe noctem. Άδραξε την μέρα, άδραξε την νύχτα.


Κάνε ότι θες. Εξάλλου όλες τις σκέψεις μου για σένα, δεν τις θες.
Το παιδί της πένας

Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2008

Μια πένα με ατέλειωτο μελάνι...



Και όταν θα'ρθουν οι καιροί

που θα'χει σβήσει το κερί

στην καταιγίδα

Υπερασπίσου το παιδί

γιατί αν γλιτώσει το παιδί

υπάρχει ελπίδα



Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος έγραψε.
Ο Μίκης Θεοδωράκης μελοποίησε.
Ο Παύλος Σιδηρόπουλος ερμήνευσε.
Το παιδί της πένας κατέγραψε.

Το παιδί της πένας γεννήθηκε το θέρος του '87. Ο ήλιος έκαιγε καυτός απάνω στην Αθήνα και η μητέρα έτρεχε ιδρωμένη. Το πρώτο σπλάχνο ερχότανε στον κόσμο. Καύσωνας, καυσαέριο, ακόμα νωπή η Μεταπολίτευση. Το τέλος της δεκαετίας του '80 είχε έρθει, μια νέα γενιά έβγαινε στον κόσμο.

Το παιδί της πένας είδε τον πατέρα του, "ζωντανό" τότε, να μεγαλώνει με μακριά, ανέμελα μαλλιά. Μούσια και γυαλιά. Βιβλία χημείας και ανατομίας. Η μαμά πιο ώριμη από ό,τι έδειχνε το παιδικό της πρόσωπο, πιο κόκκινη από το αίμα της ιδεολογικά. Το παιδί της πένας βγήκε και κατάλαβε πως μέσα του κρύβει μελάνι. Το αίμα του πυκνό και μαύρο, σαν την ανεξίτηλη γραφική ύλη που αιώνες τώρα καταγράφει αυτά που τίποτα άλλο δεν κατάφερε να καταγράψει.

Ευχαριστώ μαμά, για το πηχτό αίμα, το βαθύ κόκκινο που θυμίζει μαύρο. Ευχαριστώ μπαμπά, που άλλαξες και είδα πως κάποτε ήσουν και εσύ σαν τη μαμά. Ευχαριστώ πένα, που υπάρχεις. Ευχαριστώ μελάνι, που ρέεις μέσα μου.

Αφιερωμένο στον Αλεξάκη που έφυγε νωρίς. Αφιερωμένο σε όλους όσους έφυγαν νωρίς.



Το παιδί της πένας